Η νέα πολυσυζητημένη ταινία του Netflix περιστρέφεται γύρω από τη ζωή της βασίλισσας του κυκλώματος της ευρωπαϊκής πορνείας κατά τη δεκαετία του ’60 και του ’70. Ο λόγος για τη Μαντάμ Κλοντ (Μadame Claude), την κυνική και ανάλγητη γυναίκα που κρατούσε τα ηνία της γαλλικής βιομηχανίας του σεξ, διευθύνοντας έναν από τους μεγαλύτερους οίκους ανοχής του Παρισιού. Τη σκηνοθεσία της ταινίας υπογράφει η Σιλβί Βερέντ της οποίας η γιαγιά και η ξαδέλφη της είχαν εργαστεί στη βιομηχανία του σεξ.
Διαβάστε επίσης: Είδαμε το συγκλονιστικό «The Father» με τον Άντονι Χόπκινς και την Ολίβια Κόλμαν
Ποια ήταν η θρυλική Μαντάμ Κλοντ;
Η Μαντάμ Κλοντ, κατά κόσμον Φερνάντ Γκρουντέτ, γεννήθηκε το 1923 στην Κοιλάδα του Λίγηρα και πέθανε το 2015 στην Κυανή Ακτή σε ηλικία 92 ετών. Ο πατέρας της είχε ένα καφέ και για να καλύψει τις ανάγκες της οικογένειάς του πουλούσε σάντουιτς στον σταθμό της πόλης όπου ζούσαν. Η Μαντάμ Κλοντ, ωστόσο, αυτοπλασαρίστηκε της ως μία μεγαλοαστή θυγατέρα ενός βιομηχάνου και κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου κλείστηκε ακόμη και σε ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης για την αντιστασιακή της δράση!
Όντας πεπεισμένη πως «για δύο πράγματα μόνο πληρώνει ο κόσμος, το φαΐ και το σεξ» και πως αυτή δεν είναι… σεφ αποφάσισε να μεγαλουργήσει μέσω της πορνείας!
Και το κατάφερε, αφού για περισσότερα από 20 χρόνια διηύθυνε ένα τεράστιο δίκτυο πορνείας με 500 γυναίκες, εκείνη τις αποκαλούσε «κύκνους», που πουλούσαν τις “υπηρεσίες” τους έναντι 10.000-15.000 φράγκων κάθε νύχτα (1.500-2.300 ευρώ). Το ποσοστό της ίδιας ανερχόταν στο 30%.
Ο πελάτες που είχαν διαβεί από τη διακριτική επιχείρησή της στην 18 Rue de Marignan στο Παρίσι ήταν πολιτικοί, τραπεζίτες, επιχειρηματίες, εκδότες, καλλιτέχνες. Η λίστα μφέρεται να περιείχε ονόματα, όπως ο Μάρλον Μπράντο, ο Γκράουτσο Μαρξ, ο Φρανκ Σινάτρα, ο Πάμπλο Πικάσο και ο συνταγματάρχης Καντάφι της Λιβύης. Ο πρόεδρος Κένεντι, σύμφωνα με φήμες, φέρεται να είχε ζητήσει από την Μαντάμ Κλοντ μια νεαρή γυναίκα που «να έμοιαζε στη γυναίκα του, Τζάκι, αλλά σε σέξι εκδοχή».
Ο βασιλιας της Fiat, Τζιάνι Ανιέλι, προσέλαβε αρκετές «Κλοντέτ» για ένα όργιο, και μετά τις οδήγησε στο ατελιέ του ζωγράφου Μαρκ Σαγκάλ για να τις σχεδιάσει – φυσικά γυμνές.
Φήμες, επίσης, λένε πως είχε ζητήσει και από την Τζόαν Κόλινς, η οποία ήταν φίλη της, να εργαστεί για χάρη της, φέρνοντάς της το επιχείρημα πως «δε χρειάζεται να το μάθει ο άντρας σου»
Σύμφωνα με αποκαλύψεις που έκανε η ίδια στον Ουίλιαμ Στάντιεμ, ο οποίος επρόκειτο να της γράψει τη βιογραφία, ανάμεσα στους διάσημους πελάτες της ήταν και το ζευγάρι Ωνάσης- Κάλλας. Ο Έλληνας μεγιστάνας είχε επισκεφτεί το σπίτι της Μαντάμ Κλοντ μαζί με την αγαπημένη του Κάλλας και όπως είπε η Κλοντ, οι απαιτήσεις τους ήταν τόσο αρρωστημένες, που την έκαναν να κοκκινίσει….
Ο ίδιος αναφέρει πως «η CIA χρησιμοποιούσε τις κοπέλες που δούλευαν για την Κλοντ, για να κρατήσει ψηλά το ηθικό όσων πήραν μέρος στις διαπραγματεύσεις του 10973, ανάμεσα σε ΗΠΑ και Βιετνάμ στο Παρίσι».
Κάποια στιγμή η Κλοντ κατηγορήθηκε ότι είχε συνεργαστεί με μυστικές υπηρεσίες, αποκαλύπτοντας μυστικά των πελατών της, που αποσπούσε στο κρεββάτι, αλλά κάτι τέτοιο δεν αποδείχτηκε ποτέ. Μάλιστα έτσι δικαιολογείτο η καλή σχέση της με την αστυνομία έως το 1974. Τότε η Μαντάμ, κατηγορήθηκε για φορολογικά παραπτώματα και οι αρχές την αναζητούσαν. Έτσι αναγκάστηκε να φύγει για τις Η.Π.Α, όπου έστησε ένα κύκλωμα με call girls. Το 1992 συνελήφθη τελικά και φυλακίστηκε στη Γαλλία. Μετά επέστρεψε στις ΗΠΑ για κάποια χρόνια και το 2000 γύρισε οριστικά στην πατρίδα της. Τις τελευταίες της στιγμές τις πέρασε απομονωμένη σε ένα διαμέρισμα στη Νίκαια όπου ζούσε με μια μικρή σύνταξη….
Εμείς είδαμε την ταινία και ιδού τα θετικά και τα αρνητικά της σημεία
Η ταινία καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να εστιάσει αφενός μεν σε πολλές από τις σκοτεινές στιγμές της διάσημης μαστροπού, όπως τις σχέσεις της με την αστυνομία και με τις μυστικές υπηρεσίες, αφετέρου δε στη μελανή πλευρά του χαρακτήρα της, καθώς επρόκειτο για μία γυναίκα με ιδιαίτερο εγωισμό, κυνική, αλλά και εκδικητική. Βλέπεται ευχάριστα, είναι χορταστική και συντηρεί το ενδιαφέρον στη θέαση μέχρι τέλους. Παράλληλα καταφέρνει να αναβιώσει ικανοποιητικά την ατμόσφαιρα του Παρισιού του 1970 (σ΄αυτό συμβάλλει και το ιδιαίτερα συμπαθητικό soundtrack της), έχει εξαιρετικά σκηνικά και δύο ταλαντούχες πρωταγωνίστριες: την Karole Rocher που δίνει μία μεστή ερμηνεία στον ρόλο της σκληρής και αυτοδημιούργητης γυναίκας που έχτισε τη διιάσημη «αυτοκρατορία» πορνείας και τη νεαρή Garance Marillier που κινείται στο ίδιο υψηλό επίπεδο υποκριτικής στον ρόλο της αγαπημένης κοπέλας της Μαντάμ Κλοντ.
Ωστόσο η υπέρβαση δε γίνεται και η ταινία δεν απογειώνεται. Τουναντίον αναλώνεται στο να παρουσιάσει επιδερμικά όλες τις σκοτεινές πτυχές της Μαντάμ Κλοντ. Δεν επιχειρεί να σταθεί στις λεπτομέρειες και να δώσει ερμηνείες και εξηγήσεις. «Πρόκειται για το πορτρέτο ενός τέρατος», ανέφερε χαρακτηριστικά η Γαλλίδα σκηνοθέτιδα Σιλβί Βερέντ, σε συνέντευξή της στο Télérama, ωστόσο, η σκηνοθετική της οπτική μοιάζει υπέρ το δέον ωραιοποιημένη. Αποτέλεσμα; Η Μαντάμ Κλοντ καταλήγει να είναι ακόμη και συμπαθητική στο τέλος.
Το ίδιο επιπόλαια είναι η σεναριακή και σκηνοθετική αντιμετώπιση των κοριτσιών που είχε η γυναίκα αυτή υπό τη δούλεψή της. Η ταινία αρκείται στο να μας παρουσιάσει την ιστορία μίας εξ αυτών, της αγαπημένης της Σιντονί, και αν μην τι άλλο αδυνατούμε να πιστέψουμε πως όλα τα κορίτσια έπεσαν στην πορνεία προκειμένου να εκδικηθούν τον πατέρα τους που τις κακοποιούσε όταν ήταν ανήλικες.
Συμπέρασμα: Δείτε την ταινία μόνο αν δεν έχετε κάτι καλύτερο να κάνετε. Θα περάσει η ώρα σας ευχάριστα και θα γνωρίσετε μία μυστηριώδη γυναίκα που έγραψε ιστορία με τον δικό της τρόπο.
Ακολουθήστε μας στο Google News
και ενημερωθείτε πρώτοι για τα νέα άρθρα του
Google News